Οι παραλίες του Αιγαίου αποτελούν οικοσυστήματα υψηλής αισθητικής, περιβαλλοντικής και κοινωνικο-οικονομικής αξίας, μιας και πέρα από περιβάλλοντα αναψυχής προσφέρουν δυναμική προστασία στα παράκτια οικοσυστήματα και τις ανθρώπινες υποδομές που βρίσκονται ακριβώς πίσω από αυτές. Την ίδια στιγμή, η παραλιακή διάβρωση αποτελεί μια σημαντική περιβαλλοντική απειλή, η οποία και αναμένεται να ενταθεί λόγω της προβλεπόμενης ανόδου της μέσης θαλάσσιας στάθμης, την πιθανή εντατικοποίηση των ακραίων καιρικών φαινομένων (θύελλες και κύματα), καθώς και τη μείωση της ποτάμιας ιζηματοπαροχής προς τις ακτές. Πιο συγκεκριμένα, πρόσφατη έρευνα υποδεικνύει ότι ένα μελλοντικά προβλεπόμενο σενάριο ανόδου της μέσης θαλάσσιας στάθμης κατά 1 m, ενδέχεται να οδηγήσει σε εξαιρετικά μεγάλες οπισθοχωρήσεις ακτογραμμής (>50%) για το 97% των ~2400 παραλιών του Αιγαίου. Τέτοιου βαθμού φαινόμενα παραλιακής διάβρωσης αναμένεται να προκαλέσουν σοβαρές κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις στις τοπικές οικονομίες των νησιών του Αιγαίου οι οποίες έχουν ως επί των πλείστων αναπτυχθεί στη βάση του 3S (‘‘θάλασσα-ήλιος-άμμος’’) τουριστικού μοντέλου. Η σημαντικότητα του προβλήματος έχει αναγνωριστεί και διάφορα διεθνή/ευρωπαϊκά νομοθετικά εργαλεία βρίσκονται ήδη σε ισχύ, όπως το πρωτόκολλο της Βαρκελώνης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης (ΟΔΠΖ) το οποίο εστιάζει στην ανάπτυξη πολιτικών προσαρμογής έναντι της παραλιακής διάβρωσης υπό το πρίσμα της κλιματικής αλλαγής (http://ec.europa.eu/environment/iczm/barcelona.htm); και την 2007/60/EC οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα (http://ec.europa.eu/environment/water/water-framework/index_en.html) η οποία υποχρεώνει τα κράτη μέλη της ΕΕ να εκτιμήσουν την επικινδυνότητα πλημμύρας και να αναπτύξουν στρατηγικές προσαρμογής.
Σε κάθε περίπτωση η παράκτια διάβρωση φαίνεται να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη χάραξη στρατηγικών βιώσιμης ανάπτυξης των νησιών του Αιγαίου. Όμως, τα προσαρμοστικά μέτρα που απαιτούνται, πέρα από εξαιρετικά δαπανηρά, αναμένεται να έχουν δυσκολίες στην ανάπτυξη πολιτικών εφαρμογής. Για το λόγο αυτό, αποτελεί επιτακτική ανάγκη η ανάπτυξη προσεγγίσεων/πρωτόκολλων διαχείρισης, που είναι σε θέση να οδηγήσουν τη διαδικασία αποτελεσματικής κατανομής πόρων και το σχεδιασμό κατάλληλων και αποτελεσματικών μέτρων παράκτιας προστασίας υπό ένα μεταβαλλόμενο κλίμα.
Υπό αυτό το πλαίσιο, ο κύριος σκοπός του ερευνητικού προγράμματος ΕRA–BEACH είναι η ανάπτυξη ενός γενικευμένου πρωτοκόλλου διαχείρισης που βασίζεται στην εκτίμηση και απόκριση στην μελλοντικά προβλεπόμενα αυξανόμενη ευπάθεια της παράκτιας διάβρωσης των νησιών του Αιγαίου κάτω από την κλιματική αλλαγή. Το πρωτόκολλο βασίζεται (1) στην εκτίμηση της παραλιακής διάβρωσης κάτω από διαφορετικά σενάρια μακροπρόθεσμης και βραχυπρόθεσμης ανόδου της θαλ. στάθμης σε επίπεδο νήσου, χρησιμοποιώντας κατάλληλες συστοιχίες εγκάρσιων παραλιακών μορφοδυναμικών μοντέλων… (2) σε αναλυτικές εκτιμήσεις του κινδύνου διάβρωσης υπό την αύξηση της θαλ. στάθμης μεμονωμένων παραλιών που έχουν ιδιαίτερη σημασία για κάθε νησί, οι οποίες βασίζονται αναλυτική πληροφορία πεδίου η οποία συλλέχθηκε χρησιμοποιώντας καινοτόμες μεθοδολογίες και την ανάπτυξη/εφαρμογή τεχνικών μορφοδυναμικής μοντελοποίησης δύο διαστάσεων (2-D)… και (3) το σχεδιασμό/εκτίμηση κατάλληλων και αποτελεσματικών – από άποψη κόστους – προσαρμοστικών μέτρων κάτω από μελλοντικά σενάρια αύξησης της μέσης θαλ. στάθμης και των ακραίων φαινομένων. Το πρόγραμμα ERA–BEACH εστιάζει σε 6 νησιά του Αιγαίου (Λέσβος, Χίος, Θήρα (Σαντορίνη), Κάλυμνος, Αγαθονήσι και Χάλκη) των οποίων οι δήμοι αποτελούν συνεργαζόμενους φορείς του προγράμματος, συνοδευόμενοι από τις ερευνητικές ομάδες 2 επιστημονικών ιδρυμάτων: το Εργαστήριο Παράκτιας Μορφοδυναμικής, Διαχείρισης και Θαλάσσιας Γεωλογίας του Πανεπιστήμιου Αιγαίου και του Nορβηγικού Κέντρου Διεθνούς Έρευνας του Κλίματος και του Περιβάλλοντος CICERO. Η διάρκεια του προγράμματος καλύπτει την περίοδο 09 Φεβρουαρίου 2016 – 31 Μαρτιού 2017. Το πρόγραμμα είναι οργανωμένο με την ακόλουθη δομή :